Ήταν το δικό μου βουνό αυτός ο λόφος
από σκίνα και πέτρα.
O ήλιος έκαιγε το χώμα και οι οχιές άφηναν
το δέρμα τους.
Πέτρα, σκίνα, φρύγανα, γαϊδουράγκαθα.
Βουνό ήταν μέσα μου.
Μεγάλο, δυσπρόσιτο.
Σ’ αυτόν το βραχώδη τόπο άφηνα κάθε
καλοκαίρι το δικό
μου δέρμα.
Μια ιστορία για ένα χωριό, ένα τσούρμο παιδιά κι έναν αγριάνθρωπο.
Κάθε καλοκαίρι, μόλις έρχονταν οι αμερικάνες, το τσούρμο παρασυρόταν σε ακόμη μεγαλύτερες σκανταλιές κι αταξίες, κάνοντας το χωριό άνω κάτω. Όμως κανείς δεν περίμενε πως εκείνο τον Αύγουστο ένα δωδεκάχρονο κορίτσι από την Αθήνα θα προκαλούσε τις αμερικάνες και θα έκανε τα πάντα για ν’ ανακαλύψει πώς χάθηκε πριν από χρόνια μια κοπέλα. Διακοπές στο χωριό με τη γιαγιά. Κάτω από έναν ήλιο που καίει την πέτρα χτίζονται παιδικές φιλίες, γιορτάζεται η ελευθερία και τολμηροί μικροί ντετέκτιβ απο-
καλύπτουν μεγάλα μυστικά.